Το ταξίδι μας δεν είχε καμία σχέση με το πακέτο που έφαγε ο Οδυσσέας, αν εξαιρέσεις μια μικροκαθυστέρηση στον απόπλου του Αχιλλέα και στις συνεννοήσεις με τον σούπερ γραφικό μπάρμαν Τάσο, χρόνια τώρα μάχιμο standup comedian επί του προχείρου στο μπαρ της α’ θέσης του καραβιού. Πήγαμε σχεδόν κατευθείαν για φαγητό στο μεζεδοπωλείο «Ο παππούς κι εγώ» στην παραλία (Λιναριά), απαραίτητο must για όποιον πηγαίνει ή σκοπεύει να πάει Σκύρο, μιας και έχει τέλειο φαγητό και ειδικά ντοματοκεφτέδες και μια τοπική πίτα (που μοιάζει με λουκουμά) και σερβίρεται με ρευστό ξυνοτύρι ή μέλι.
Και μετά πήγαμε στο καταπληκτικό σπίτι της Στέλλας, η οποία ήταν και ο λόγος που βρεθήκαμε στο νησί. Η αλήθεια είναι ότι αν και έχω πάει κάμποσες φορές στη Σκύρο, δεν έχω ξετρελαθεί με την ομορφιά της, το σπίτι όμως και η φιλοξενία της Στέλλας την κάνουν πιο ελκυστική κι από το Αμάλφι σου λέω εγώ. Καταρχήν το σπίτι είναι χτισμένο σε ένα λόφο και έχει μια φοβερή βεράντα με θέα σ’ έναν κολπίσκο που δεν ξέρω πως λέγεται, τριγύρω υπάρχουν ελάχιστα σπίτια τα οποία είναι σχεδόν πάντα κλειστά, γεγονός που σημαίνει ότι στην παραλία που είναι κάτω από το λοφάκι είμαστε πάντα μόνοι μας, και το σημαντικότερο πρόκειται για ένα πολύ όμορφο και καλόγουστο σπίτι που δε θυμίζει προχειράντζα εξοχικό (δες και προηγούμενο ποστ)!
Για δείπνο πήγαμε στις Ασπούς (τώρα για το άρθρο δεν παίρνω κι όρκο, δεν έχω καταλάβει ακόμα αν είναι η ή οι Ασπούς) στον –κλασική ταβερνοαξία- Λάμπρο με το γαμάτο τηγανόψωμο, απ’ όπου τόσο ψαροφάγοι όσο και κρεατοφάγοι δεν πρόκειται να φύγουν με παραπονεμένο στομάχι. Για night cup στον Κάβο που προανέφερα, ένα όμορφο μπαράκι στη Λιναριά με καλά και φτηνά ποτά, που πάσχει όμως από μουσική I think. Την επόμενη μέρα την περάσαμε στην παραλία βεβαίως βεβαίως.
Για να συνοψίσω δεν θα ξετρελαθείς με το νησί (εκτός αν σε καλέσει κάποιος local που ξέρει τις καβάντζες), καλή υποδομή φιλοξενίας δεν υπάρχει απ’ ότι μας είπαν οι ντόπιοι, και τα καλής ποιότητας καταλύματα κοστίζουν πανάκριβα, ενώ και οι παραλίες δε λένε πολλά, εκτός κι αν πας με φουσκωτό σε απροσπέλαστα από στεριάς μέρη. Αυτό που είναι καλό, και από πλευράς ποιότητας και από πλευράς τιμής είναι το φαγητό, μιας και οι Σκυριανοί είναι ορεσίβιοι βοσκοί από μέσα και ψαράδες απέξω. Α και ωραία σουβενίρ, ευφάνταστα χρωματιστά τασάκια και άλλα τσουμπλέκια, θα βρεις στη Μόνικα στη Λιναριά, περιμένοντας για το καράβι της επιστροφής.
*όπως το είχα περιγράψει ως παλιά γνώριμος του νησιού στον Johnako, αν και στην πραγματικότητα πρόκειται για τη σύνθεση του Στράους με το Ζαρατούστρα, που ακούγεται στην ταινία του Kubrick.
3 σχόλια:
Το ψιλοέκραξες το νησάκι πάντως...¨:
Siga more mou
oxi vre, sosta ta les, ki ego mono meso kalesma gnostou eixa paei me Dritsa, kai exoume kati foto me terastious astakous kai paidakia dipla, xa xa, men you know!EIRINI
Δημοσίευση σχολίου